Καρναβάλι |
Με το κριτήριο λοιπόν της γονιμότητας ερμηνεύεται εύκολα όλος εκείνος ο διάχυτος ερωτισμός της Ελληνικής Μυθολογίας - πάμπλουτης αυτής ποιητικής έκφρασης της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας η οποία αποτυπώνεται σε κάθε μορφή της αρχαίας Ελληνικής Τέχνης - εφόσον ο θεοποιημένος Έρως είναι αυτός που διασφαλίζει την πολυπόθητη και πολύμορφη γονιμότητα διαμέσου της χαράς και της ηδονής της ερωτικής συνεύρεσης.
Διόνυσος |
Ως εκ τούτου ο Έρως, ως έννοια και ως πρακτική, ως έκφραση και ως εκδήλωση, ελλοχεύει σε κάθε πτυχή της Ελληνικής Κοσμοαντίληψης και κυριαρχεί σε όλα τα πεδία της Ελληνικής Θρησκείας. Τα πάντα έλκονται δια του Κάλλους και πάντα σμίγουν ηδονικά και γεννούν τους καρπούς των ερώτων τους. Εάν λοιπόν έχουμε κατά νου τη θεμελιώδη σημασία του Έρωτα στη δομή της Ελληνικής Κοσμοαντίληψης, μπορούμε πλέον να προσεγγίσουμε και να κατανοήσουμε οποιαδήποτε επιμέρους έκφραση του αρχαίου Ελληνικού βίου αλλά και να αναγνωρίσουμε τις παραφυάδες εκείνες, οι οποίες, αν και αλλοιωμένες συχνά εκ πρώτης όψεως, εντούτοις διατηρούνται ακόμη διαμέσου των αιώνων και ερήμην των μισελληνικών διώξεων και κατατρεγμών, και αναπαράγονται γεμάτες σφρίγος και νεανικό παλμό. Μια από τις παραφυάδες αυτές, η παλαιότερη κατά την ταπεινή μου γνώμη, η οποία επιβιώνει και αναπαράγεται σε ετήσια βάση είναι η γιορτή του Καρναβαλιού.
Καρναβάλι λοιπόν... Ή «Κάρνα» - «βάλι». Προφανώς είναι μια σύνθετη λέξη. Ποιά είναι όμως η προέλευση των δύο αυτών συνθετικών;
Ας ανοίξουμε τον Όμηρο. Σε πάμπολλους στίχους τόσο της Ιλιάδας όσο και της Οδύσσειας (Θ 306, Π 392, ε 376, θ 92, ι 140, υ 75 κ.α.) συναντάμε τη λέξη «καρ» και τα παράγωγά της. Η λέξη αυτή σημαίνει «κεφάλι» και σύγχρονη επιβίωσή της είναι βεβαίως η «κάρα». Εάν τώρα προσθέσουμε και το ευφωνικό «ν» στην ομηρική λέξη «καρ», φτάνουμε κιόλας στη λέξη «κάρνος». Τι σημαίνει η λέξη αυτή;
Κάρνος |
Κάρνος ονομαζόταν επίσης κι ένας αρχαιότατος ποιμενικός, κριόμορφος και ιθιφαλλικός Θεός των Πελοποννησίων, προστάτης της γονιμότητας, άγνωστος ίσως σήμερα στους περισσότερους αλλά αντίστοιχος περίπου με τον γνωστότερο Πρίαπο του Ελλησπόντου. Ουσιαστικά δηλαδή ο Κάρνος ήταν ένας γονιμοποιητικός Θεός, τόσο των Λακώνων όσο και των Μεσσηνίων, πριν από την επικράτηση των Δωριεών στη νότια Πελοπόννησο, ενταγμένος στην χορεία των ζωόμορφων θεοτήτων οι οποίες, σύμφωνα με την ιστορία των θρησκειών, προηγήθηκαν των ανθρωπόμορφων.
Από το ουσιαστικοποιημένο επίθετο «Κάρνειος» παράγεται στον πληθυντικό η ονομασία της εορτής «τα Κάρνεια», η οποία κατά τους ιστορικούς χρόνους τελείτο σε όλες τις δωρικές πόλεις προς τιμή του Καρνείου Απόλλωνος. Εορτάζονταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα στο Γύθειο, στο Οίτυλο και στα Λεύκτρα της Λακωνίας, στη Καρδαμύλη και στις Φαρές Μεσσηνίας, στην Σικυώνα της Κορινθίας, στο Άργος της Αργολίδος και προπάντων στο Ιερό Άλσος με τα κυπαρίσσια, το λεγόμενο Καρνάσιον ή Καρνειάσιον στη μεσσηνιακή Οιχαλία. Το Άλσος αυτό βρισκόταν δίπλα στην όχθη του ποταμού Χάραδρου και το κοσμούσαν τα περικαλλή αγάλματα του Κριοφόρου Ερμού, της Αγνής (τοπική ονομασία της Περσεφόνης) και του Καρνείου Απόλλωνα (βλ. Παυσανίας Μεσσηνικά 2,2). Οι εορταστές μεταμφιέζονταν όλοι και συμμετείχαν σε μυστήρια παρόμοια με εκείνα της Ελευσίνας, τα οποία κατά την μυθολογική παράδοση ίδρυσε ο Ελευσίνιος Καύκων, ο γιος του Κελαίνου, ενώ κατά το πέρας της γιορτής γινόντουσαν πάνδημα συμπόσια και «πανηγυρισμοί»!
Όσον αφορά την καταγωγή του Καρναβαλιού αρκετοί ανοιχτόμυαλοι ερευνητές, ημεδαποί τε και αλλοδαποί, αρχίζουν να εγκαταλείπουν πλέον στις ημέρες μας τις θεωρίες περί του «χορού του κρέατος» ή της «απόσυρσης του κρέατος», παρεπόμενες της χριστιανικής απόκρεω, και αποδίδουν τη μεγάλη γιορτή της γενικευμένης εαρινής λαϊκής ευωχίας σε εθιμικές επιβιώσεις διονυσιακών τελετών. Οι φίλοι αυτοί, παρόλο που πορεύονται προς τη σωστή κατεύθυνση, τελικά σφάλουν. Διότι το Καρναβάλι είναι μεν επιβίωση αρχαίων Ελληνικών θρησκευτικών γονιμοποιητικών τελετών, όχι όμως των διονυσιακών αλλά των απολλώνιων.
Αμυκλαίος Απόλλων |
Πάμε τώρα στο δεύτερο συνθετικό της λέξης «Καρναβάλι».
Κατ' αρχήν το επίρρημα «βάλλε» ή «άβαλε» στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «είθε» και «μακάρι». Έπειτα, μερικές από τις δεκαπέντε και πλέον σημασίες του ρήματος «βάλλω» έχουν την έννοια του «στρέφω», «σείομαι πέρα δώθε», «ελαύνω», «φορώ», «προκαλώ», «ρίπτομαι» αλλά και... «φωτίζω».
Από εδώ κι έπειτα περνάμε στο ρήμα «βαλλίζω» που σημαίνει «χοροπηδώ», στα ουσιαστικά «βαλλισμός» δηλαδή «πηδηχτός χορός».
Με βάση τα προηγούμενα θα μπορούσαμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι:Μια έκφραση του τύπου «καρνάβαλε», θα μπορούσε να σημαίνει «είθε Θεέ Κάρνε» να εκπληρώσει τις γονικοποιητικές μας προσδοκίες για την αύξηση των γεννημάτων μας.
Μια έκφραση του τύπου «καρναβάλλω» θα μπορούσε να σημαίνει «στρέφομαι ή σείομαι πέρα δώθε», κατά την διάρκεια της σχετικής εορτής, πρός τιμή του Θεού Κάρνου ή του Καρνείου Απόλλωνα.
Μια έκφραση του τύπου «καρναβαλίζω» θα μπορούσε να σημαίνει ότι «χοροπηδώ» στο πανηγύρι του Κάρνου, φορώντας τα κέρατα του Θεού ή το κριόμορφο προσωπείο του.
Αποσπάσματα από τo βιβλίο:
Μάριος Βερέττας, Καρναβάλι, η αρχαιότερη Ελληνική γιορτή,
Πηγή
ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
Στο Μανιάτικο γλωσσικό ιδίωμα, που αποδεδειγμένα διατηρεί πολλές αρχαίες λέξεις και ιδιωματισμούς, όπως ακριβώς τους συναντούμε στα αρχαία κείμενα, «Κόρνα» ονομάζονται τα κέρατα των ζώων, και τρισκόρνης(τρικέρατος) ο διάβολος.
«Σκιάζομαι κορώνι μου, παίρνει απαλαργάρο, μη με τουμπίσει με τα κόρνα του»
(Φοβάμαι καλό μου, γιατί παίρνει φόρα, μη με κουτουλήσει με τα κέρατά του)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΜΟΝΟ ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΑ ΣΧΟΛΙΑ