Γράφει ο Χείλων
Η ονομασία Απάτσι πιθανόν προέρχεται από την διάλεκτο Zuni η οποία σημαίνει «εχθρός» και ως φυλή χωρίζονταν σε έξι ομάδες:
Οι Νάβαχο δεν αποτελούν τμήμα του έθνους Απάτσι και το μόνο κοινό σημείο είναι η γλώσσαΑταμπασκάν (Athabascan) του τόπου καταγωγής (βορειοδυτικός Καναδάς).
Οι Απάτσι παραδοσιακά εγκαταστάθηκαν στο μεγαλύτερο τμήμα της ανατολικής Αριζόνα και σε περιοχές στο Νέο Μεξικό, Κολοράντο, Οκλαχόμα, καιΤέξας.
Αντήλλασσαν δέρματα βουβάλου, ζωικό λίπος, κρέας, κόκαλα για κατασκευή εργαλείων και αλάτι από την έρημο, υλικά αγγειοπλαστικής, βαμβάκι, κουβέρτες, τυρκουάζ, καλαμπόκι και άλλα αγαθά. Ενίοτε απλά έπαιρναν αυτό που ήθελαν, με αποτέλεσμα να γίνουν γνωστοί με το όνομα, Apachu (ο εχθρός).
Η τακτική ανταρτοπολέμου που ανέπτυξαν ήταν φυσικό επακόλουθο και με την πάροδο του χρόνου κατέστησαν αξεπέραστοι. Το όνομα Απάτσι, προκαλούσε φόβο στις τοπικές φυλές (Pueblos) και αργότερα στους Ισπανούς, Μεξικανούς και Αγγλο – Αμερικανούς εποίκους, στους οποίους επιτίθεντο για τροφή και υλικά διαβίωσης.
Απάτσι και Pueblos κατάφεραν να διατηρήσουν σε γενικές γραμμές ειρηνικές σχέσεις, αλλά η άφιξη των Ισπανών άλλαξε τα πάντα. Πηγή τριβής μεταξύ άλλων ήταν η δραστηριότητα των Ισπανών δουλεμπόρων, που κυνηγούσαν αιχμαλώτους, οι οποίοι χρησίμευαν ως εργάτες στα αργυρωρυχεία της Τσιουάουα στο βόρειο Μεξικό. Οι Απάτσι με τη σειρά τους, επιτίθεντο στους Ισπανικούς καταυλισμούς για να αρπάξουν βοοειδή, άλογα, όπλα και ομήρους. Η αντοχή των Απάτσι υπήρξε παροιμιώδης, αφού σύμφωνα με τον θρύλο ένας πολεμιστής μπορούσε να τρέξει 50 μίλια χωρίς διακοπή και να μετακινηθεί γρηγορότερα από ό,τι ένας εκπαιδευμένος στρατιώτης.
Στα τέλη του 1800, στρατηγός των ΗΠΑ που είχε πολεμήσει εναντίον τους, περιέγραψε την φυλή ως «τίγρεις του ανθρώπινου είδους». Οι ίδιοι όμως έβλεπαν τον εαυτό τους διαφορετικά, αφού ο αγώνας που διεξήγαν γινόταν για να επιβιώσουν.
Όταν επιτίθεντο σε ένα χωριό, το έκαναν από καθαρή ανάγκη, για να παρέξουν τροφή στις οικογένειές τους, όταν το κυνήγι ήταν ανεπαρκές. Τις περισσότερες φορές έβρισκαν τροφή μόνοι τους, κινούμενοι από τόπο σε τόπο, κυνηγώντας ελάφια και βούβαλους, συλλέγοντας ρίζες και μούρα, ενώ παράλληλα φύτευαν σπόρους, επιστρέφοντας αργότερα για την συγκομιδή.
Οι Απάτσι αρχικά έστηναν καταυλισμούς στις παρυφές των pueblos. Ντυνόντουσαν με δέρματα ζώων, χρησιμοποιούσαν σκυλιά ως υποζύγια και διέμεναν σε σκηνές οι οποίες είχαν θολωτό σχήμα κατασκευασμένο από ξύλινους στύλους επενδυμένους περιμετρικά με γρασίδι, χαμόκλαδα, ή καλάμι και ονομάζονταν wikiups.
Στο κέντρο υπήρχε εστία για φωτιά και ακριβώς από επάνω στην κορυφή της σκηνής, άνοιγμα καπνοδόχου. Οι Jicarillas και Kiowa- Απάτσι, που περιπλανιόνταν στις πεδιάδες, χρησιμοποιούσαν σκηνές από δέρμα βουβάλων.
Κογιότ, έντομα και πουλιά είχαν ανθρώπινη υπόσταση για τους Απάτσι, την οποία αποκτούσαν από τις ψυχές αυτών που «έφευγαν από την ζωή». Ζούσαν σε μεγάλες οικογενειακές ομάδες, με κοινό σημείο την μητρική καταγωγή (μητριαρχικές κοινωνίες). Κάθε ομάδα λειτουργούσε ανεξάρτητα υπό την ηγεσία του οικογενειακού αρχηγού………….. δίχως να λογοδοτεί σε κάποια ανώτερη αρχή.
Οι ανωτέρω κανόνες δεν ίσχυαν κατά την διάρκεια του πολέμου, όταν γειτονικές ομάδες ενώνονταν εναντίον κοινού εχθρού. Σε αντίθεση με τις συνήθεις επιδρομές, όπου κύριος στόχος ήταν να αποκτήσουν τρόφιμα και να προσαρτήσουν νέες περιοχές στην κυριαρχία τους, ο πόλεμος σήμαινε θάνατος, κυρίως ως πράξη εκδίκησης για τον θάνατο μελών της φυλής σε παλαιότερες επιδρομές ή μάχες.
Ηγέτες από τις τοπικές ομάδες της οικογένειας συγκαλούσαν Συμβούλιο για να εκλέξουν τον επικεφαλής του πολέμου, που θα ηγείτο της εκστρατείας. Αλλά, εάν κάποια ομάδα προτιμούσε να ακολουθήσει δικόν της επικεφαλής, ήταν ελεύθερη να το πράξει.
Είθε ο ήλιος να σου δίνει ενέργεια κάθε μέρα
Είθε το φεγγάρι να σε αναζωογονεί το βράδυ
Είθε η βροχή να σου ξεπλένει τις ανησυχίες
Είθε ο αέρας να φυσά δύναμη στην ύπαρξή σου
Είθε να βαδίσεις με ευγένεια στην ζωή και να γνωρίσεις όλες τις ομορφιές της
—- Ευχή Apache—-
Οι ομάδες των Απάτσι που κατοικούσαν στην ίδια περιοχή υπόκειντο σε μια «χαλαρή» πολιτιστική συγγένεια. Οι Jicarillas του βορειοανατολικού Νέου Μεξικού θήρευαν βουβάλια στις πεδιάδες και φύτευαν καλαμπόκι στα βουνά. Οι Mescalero προς το νότο ήσαν κυνηγοί – τροφοσυλλέκτες.
Οι Chiricahua – σφοδρότεροι όλων των φυλετικών ομάδων – επέδραμαν κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό.
Οι πιο φιλήσυχοι Απάτσι της Αριζόνα ήσαν καλλιεργητές, ενώ δύο άλλες φυλετικές ομάδες, οι Lipan και Kiowa-Απάτσι, ζούσαν ως αγρότες στο δυτικό Κάνσας και Τέξας.
Υπήρχε αυστηρός κώδικας συμπεριφοράς που διείπε την ζωή των Απάτσι, βασιζόμενος στους ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς. Κάθε ομάδα αποτελείτο από οικογένειες ή φυλές.
Οι βασικές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές δομές βασίζονταν στην γυναικεία κληροδότηση της ηγεσίας (μητριαρχία). Ο βασικότερος κανόνας οδηγούσε από την μητέρα στα παιδιά και τα παιδιά των παιδιών της. Οι γάμοι στην ίδια φατρία ήταν απαγορευμένοι.
Όταν ο γιος παντρευόταν, οι υποχρεώσεις του μεταβιβάζονταν στην οικογένεια της πεθεράς του.
Εκτός όμως από τον κώδικα ευπρέπειας και οικογενειακών υποχρεώσεων, οι Απάτσι διέθεταν και πλούσια ιστορία μύθων και θρύλων, καθώς και μια κληρονομιά έντονης θρησκευτικής ευλάβειας που άγγιζε σχεδόν κάθε πτυχή της ζωής τους.
Οι Θεραπευτές(Shaman) ηγούντο στις θρησκευτικές τελετές. Πίστευαν σε πολλά πνευματικά όντα και ο Usen, ο Χορηγός της Ζωής, ήταν το ισχυρότερο όλων.
Ο Gans, ή Πνεύμα του βουνού, ήταν ιδιαίτερα σημαντικός στις ιερουργίες, όπου οι άνδρες στον τελετουργικό χορό φορούσαν περίτεχνα κοστούμια, όπως σκωτσέζικες φούστες, μαύρες μάσκες, έβαφαν δε το δέρμα τους με φανταχτερά χρώματα.
Η ομάδα Mescalero απαρτιζόταν από τα μέλη και τον αρχηγό τους. Δεν είχαν κάποιο επίσημο αρχηγό της φυλής, ή του Συμβουλίου, ούτε κάποια διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Ο πυρήνας ήταν κυρίως «συγγενική ομάδα», αλλά όχι απαραίτητα, συγγενείς.
Το όνομά τους προέρχεται από την Ισπανική λέξη Mescal (κάκτος) τον οποίο οι Απάτσι χρησιμοποιούσαν για φαγητό, ποτό, και φυτικές ίνες.
Ο χαρακτηρισμός ενός συγγραφέα για τους Mescalero Απάτσι έχει ως εξής:
«Μετακινούνται ελεύθερα, διαχειμάζουν στο Rio Grande, ή νοτιότερα, σε πεδιάδες με βουβάλια, ενώ το καλοκαίρι, ακολουθούν πάντα τον ήλιο και πηγαίνουν όπου υπάρχει τροφή………έχοντας τα πάντα και τίποτα». Έκαναν ό,τι ήθελαν και δεν υποτάσσονταν σε κανέναν.
Οι γυναίκες τους ήσαν αγνές. Οι ηγέτες τους κρατούσαν τις υποσχέσεις τους.
Ήταν γενναίοι πολεμιστές που βάσιζαν την δύναμή τους στις επιδρομές για πλούτο και στις μάχες που έδιδαν για θέματα τιμής.
Στις οικογένειές τους ήταν ευγενικοί και τρυφεροί, αλλά μπορούσαν να γίνουν απίστευτα σκληροί με τους εχθρούς τους – σκληροί και εκδικητικοί, όταν ένιωθαν ότι είχαν προδοθεί».
(Sonnichsen 1958: 4).
Η ονομασία Απάτσι πιθανόν προέρχεται από την διάλεκτο Zuni η οποία σημαίνει «εχθρός» και ως φυλή χωρίζονταν σε έξι ομάδες:
- Bedonkohe….Be-don-ko-he
- Chieahen….Chi-e-a-hen
- Chihenne….Chi-hen-ne, Ojo Caliente, Hot Springs Απάτσι
- Chokonen….Cho-kon-en, Chiricahua Απάτσι
- Nedni….Nendi
- White Mountain Απάτσι
Οι Νάβαχο δεν αποτελούν τμήμα του έθνους Απάτσι και το μόνο κοινό σημείο είναι η γλώσσαΑταμπασκάν (Athabascan) του τόπου καταγωγής (βορειοδυτικός Καναδάς).
Οι Απάτσι παραδοσιακά εγκαταστάθηκαν στο μεγαλύτερο τμήμα της ανατολικής Αριζόνα και σε περιοχές στο Νέο Μεξικό, Κολοράντο, Οκλαχόμα, καιΤέξας.
Αντήλλασσαν δέρματα βουβάλου, ζωικό λίπος, κρέας, κόκαλα για κατασκευή εργαλείων και αλάτι από την έρημο, υλικά αγγειοπλαστικής, βαμβάκι, κουβέρτες, τυρκουάζ, καλαμπόκι και άλλα αγαθά. Ενίοτε απλά έπαιρναν αυτό που ήθελαν, με αποτέλεσμα να γίνουν γνωστοί με το όνομα, Apachu (ο εχθρός).
Η τακτική ανταρτοπολέμου που ανέπτυξαν ήταν φυσικό επακόλουθο και με την πάροδο του χρόνου κατέστησαν αξεπέραστοι. Το όνομα Απάτσι, προκαλούσε φόβο στις τοπικές φυλές (Pueblos) και αργότερα στους Ισπανούς, Μεξικανούς και Αγγλο – Αμερικανούς εποίκους, στους οποίους επιτίθεντο για τροφή και υλικά διαβίωσης.
Απάτσι και Pueblos κατάφεραν να διατηρήσουν σε γενικές γραμμές ειρηνικές σχέσεις, αλλά η άφιξη των Ισπανών άλλαξε τα πάντα. Πηγή τριβής μεταξύ άλλων ήταν η δραστηριότητα των Ισπανών δουλεμπόρων, που κυνηγούσαν αιχμαλώτους, οι οποίοι χρησίμευαν ως εργάτες στα αργυρωρυχεία της Τσιουάουα στο βόρειο Μεξικό. Οι Απάτσι με τη σειρά τους, επιτίθεντο στους Ισπανικούς καταυλισμούς για να αρπάξουν βοοειδή, άλογα, όπλα και ομήρους. Η αντοχή των Απάτσι υπήρξε παροιμιώδης, αφού σύμφωνα με τον θρύλο ένας πολεμιστής μπορούσε να τρέξει 50 μίλια χωρίς διακοπή και να μετακινηθεί γρηγορότερα από ό,τι ένας εκπαιδευμένος στρατιώτης.
Στα τέλη του 1800, στρατηγός των ΗΠΑ που είχε πολεμήσει εναντίον τους, περιέγραψε την φυλή ως «τίγρεις του ανθρώπινου είδους». Οι ίδιοι όμως έβλεπαν τον εαυτό τους διαφορετικά, αφού ο αγώνας που διεξήγαν γινόταν για να επιβιώσουν.
Όταν επιτίθεντο σε ένα χωριό, το έκαναν από καθαρή ανάγκη, για να παρέξουν τροφή στις οικογένειές τους, όταν το κυνήγι ήταν ανεπαρκές. Τις περισσότερες φορές έβρισκαν τροφή μόνοι τους, κινούμενοι από τόπο σε τόπο, κυνηγώντας ελάφια και βούβαλους, συλλέγοντας ρίζες και μούρα, ενώ παράλληλα φύτευαν σπόρους, επιστρέφοντας αργότερα για την συγκομιδή.
Κυνήγι βούβαλου_https://aboutnativeamericans.blogspot.gr/2013/06/about-native-american-hunting-and.html |
Στο κέντρο υπήρχε εστία για φωτιά και ακριβώς από επάνω στην κορυφή της σκηνής, άνοιγμα καπνοδόχου. Οι Jicarillas και Kiowa- Απάτσι, που περιπλανιόνταν στις πεδιάδες, χρησιμοποιούσαν σκηνές από δέρμα βουβάλων.
Κογιότ, έντομα και πουλιά είχαν ανθρώπινη υπόσταση για τους Απάτσι, την οποία αποκτούσαν από τις ψυχές αυτών που «έφευγαν από την ζωή». Ζούσαν σε μεγάλες οικογενειακές ομάδες, με κοινό σημείο την μητρική καταγωγή (μητριαρχικές κοινωνίες). Κάθε ομάδα λειτουργούσε ανεξάρτητα υπό την ηγεσία του οικογενειακού αρχηγού………….. δίχως να λογοδοτεί σε κάποια ανώτερη αρχή.
Apache wickiup, by Edward S. Curtis, 1903_wikipedia |
Ηγέτες από τις τοπικές ομάδες της οικογένειας συγκαλούσαν Συμβούλιο για να εκλέξουν τον επικεφαλής του πολέμου, που θα ηγείτο της εκστρατείας. Αλλά, εάν κάποια ομάδα προτιμούσε να ακολουθήσει δικόν της επικεφαλής, ήταν ελεύθερη να το πράξει.
Είθε ο ήλιος να σου δίνει ενέργεια κάθε μέρα
Είθε το φεγγάρι να σε αναζωογονεί το βράδυ
Είθε η βροχή να σου ξεπλένει τις ανησυχίες
Είθε ο αέρας να φυσά δύναμη στην ύπαρξή σου
Είθε να βαδίσεις με ευγένεια στην ζωή και να γνωρίσεις όλες τις ομορφιές της
—- Ευχή Apache—-
Οι ομάδες των Απάτσι που κατοικούσαν στην ίδια περιοχή υπόκειντο σε μια «χαλαρή» πολιτιστική συγγένεια. Οι Jicarillas του βορειοανατολικού Νέου Μεξικού θήρευαν βουβάλια στις πεδιάδες και φύτευαν καλαμπόκι στα βουνά. Οι Mescalero προς το νότο ήσαν κυνηγοί – τροφοσυλλέκτες.
Οι Chiricahua – σφοδρότεροι όλων των φυλετικών ομάδων – επέδραμαν κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό.
Οι πιο φιλήσυχοι Απάτσι της Αριζόνα ήσαν καλλιεργητές, ενώ δύο άλλες φυλετικές ομάδες, οι Lipan και Kiowa-Απάτσι, ζούσαν ως αγρότες στο δυτικό Κάνσας και Τέξας.
Υπήρχε αυστηρός κώδικας συμπεριφοράς που διείπε την ζωή των Απάτσι, βασιζόμενος στους ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς. Κάθε ομάδα αποτελείτο από οικογένειες ή φυλές.
Οι βασικές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές δομές βασίζονταν στην γυναικεία κληροδότηση της ηγεσίας (μητριαρχία). Ο βασικότερος κανόνας οδηγούσε από την μητέρα στα παιδιά και τα παιδιά των παιδιών της. Οι γάμοι στην ίδια φατρία ήταν απαγορευμένοι.
Όταν ο γιος παντρευόταν, οι υποχρεώσεις του μεταβιβάζονταν στην οικογένεια της πεθεράς του.
Σαμάνος Apache |
Οι Θεραπευτές(Shaman) ηγούντο στις θρησκευτικές τελετές. Πίστευαν σε πολλά πνευματικά όντα και ο Usen, ο Χορηγός της Ζωής, ήταν το ισχυρότερο όλων.
Ο Gans, ή Πνεύμα του βουνού, ήταν ιδιαίτερα σημαντικός στις ιερουργίες, όπου οι άνδρες στον τελετουργικό χορό φορούσαν περίτεχνα κοστούμια, όπως σκωτσέζικες φούστες, μαύρες μάσκες, έβαφαν δε το δέρμα τους με φανταχτερά χρώματα.
Η ομάδα Mescalero απαρτιζόταν από τα μέλη και τον αρχηγό τους. Δεν είχαν κάποιο επίσημο αρχηγό της φυλής, ή του Συμβουλίου, ούτε κάποια διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Ο πυρήνας ήταν κυρίως «συγγενική ομάδα», αλλά όχι απαραίτητα, συγγενείς.
Το όνομά τους προέρχεται από την Ισπανική λέξη Mescal (κάκτος) τον οποίο οι Απάτσι χρησιμοποιούσαν για φαγητό, ποτό, και φυτικές ίνες.
Ο χαρακτηρισμός ενός συγγραφέα για τους Mescalero Απάτσι έχει ως εξής:
«Μετακινούνται ελεύθερα, διαχειμάζουν στο Rio Grande, ή νοτιότερα, σε πεδιάδες με βουβάλια, ενώ το καλοκαίρι, ακολουθούν πάντα τον ήλιο και πηγαίνουν όπου υπάρχει τροφή………έχοντας τα πάντα και τίποτα». Έκαναν ό,τι ήθελαν και δεν υποτάσσονταν σε κανέναν.
Οι γυναίκες τους ήσαν αγνές. Οι ηγέτες τους κρατούσαν τις υποσχέσεις τους.
Ήταν γενναίοι πολεμιστές που βάσιζαν την δύναμή τους στις επιδρομές για πλούτο και στις μάχες που έδιδαν για θέματα τιμής.
Στις οικογένειές τους ήταν ευγενικοί και τρυφεροί, αλλά μπορούσαν να γίνουν απίστευτα σκληροί με τους εχθρούς τους – σκληροί και εκδικητικοί, όταν ένιωθαν ότι είχαν προδοθεί».
(Sonnichsen 1958: 4).
Οι Απάτσι ήσαν νομάδες κυνηγοί – τροφοσυλλέκτες, κυνηγώντας κάθε είδους άγρια θηράματα που βρίσκονταν στο έδαφός τους, κυρίως ελάφια και κουνέλια.
Όταν ήταν αναγκαίο, ζούσαν από τη γη συλλέγοντας άγρια μούρα, ρίζες, καρπούς κάκτου και σπόρους του δέντρου mesquite. Επίσης φύτευαν και καλλιεργούσαν καλαμπόκι, φασόλια και κολοκύθες. Ήσαν εξαιρετικά σκληραγωγημένοι, τουλάχιστον πριν την άφιξη των Ευρωπαϊκών ασθενειών και μπορούσαν να ζήσουν σχεδόν γυμνοί σε μηδενική θερμοκρασία.
Πολλές ομάδες Απάτσι επηρεάσθηκαν από τις φυλές που ήρθαν σε επαφή, με αποτέλεσμα να υιοθετήσουν πολλά από τα έθιμα και τις πρακτικές τους.
Οι Δυτικοί Απάτσι που ζούσαν κοντά στους Ινδιάνους Puebloέγιναν αγρότες.
Οι Jicarillas που κυνηγούσαν μεγάλα κοπάδια βουβαλιών όπως και άλλες πεδινές φυλές Ινδιάνων, χρησιμοποιούσαν άλογα που αποκτούσαν από επιδρομές στους Ισπανικούς καταυλισμούς και στους Ινδιάνους Pueblos στα τέλη του 1600.
Οι Kiowa – Απάτσι μεταλλάχθηκαν σε Kiowa, μια πεδινή συγγενική φυλή.
Οι Lopans εξέτρεφαν σκυλιά για το κρέας, όπως πολλές Μεξικάνικες φυλές του νότου. Το 1871, ιδρύθηκε αρχικά ο καταυλισμός White Mountain, ο οποίος περιελάμβανε τους σημερινούς Fort Απάτσι και San Carlos, ενώ το 1897, χωρίσθηκε σε δύο ανεξάρτητους καταυλισμούς.
Συνοψίζοντας τα βασικά στοιχεία πολιτισμού και διαβίωσης των Απάτσι είναι τα ακόλουθα:
Κύρια πηγή τροφής ήταν τα βουβάλια, τα οποία θήρευαν με την συνδρομή αλόγων, αλλά κυνηγούσαν επίσης ελάφια, άλκες, γαλοπούλες,αλεπούδες και άλλα ζώα.
Σήμερα τα Αγγλικά αποτελούν την βασική γλώσσα ομιλίας των Απάτσι, όμως αρκετοί εξ’ αυτών εξακολουθούν να μιλούν την μητρική τους γλώσσαΑταμπασκάν (Athabascan).
Υπάρχουν δύο είδη, η Ανατολική και η Δυτική, συμπεριλαμβανομένων και αρκετών τοπικών διαλέκτων.Γενικά θεωρείται μια πολύπλοκη γλώσσα λόγω του συνδυασμού πολλών τόνων και σύνθετων ήχων φωνηέντων.
Παρά το γεγονός ότι τα παιδιά εκτελούσαν εργασίες σε νεαρή ηλικία, εξακολουθούσαν να ασκούνται σε παιχνίδια που τους διατηρούσαν σε καλή φυσική κατάσταση, όπως τοξοβολία και toe toss (παιχνίδι που παίζεται με το δάκτυλο του ποδιού και ξύλινη ράβδο). Επιπλέον ήσαν σε θέση να ιππεύουν από την ηλικία των πέντε ετών.
Οι Απάτσι ήσαν θρήσκοι και είχαν πολλές τελετές οι οποίες επικεντρώνονταν στο πνευματικό τραγούδι και χορό. Δαπανούσαν πολύ χρόνο προσευχόμενοι σε πνεύματα και θεούς και πίστευαν ότι παντού υπήρχαν υπερφυσικά όντα.
Υπήρχαν δύο τελετές για τα παιδιά.
Η πρώτη πραγματοποιείτο μόλις το μωρό έβγαινε από την κούνια και περιλάμβανε την κοπή των μαλλιών σε τελετουργικό κούρεμα από τον «μάγο της φυλής» πιστεύοντας ότι αυτό ωφελούσε την υγεία ενόσω το παιδί μεγάλωνε. Αντιθέτως στις μεγαλύτερες ηλικίες το κούρεμα έφερνε κακή τύχη και γι’ αυτό οι ενήλικες δεν έκοβαν τα μαλλιά τους.
Η δεύτερη τελετή με την ονομασία μοκασίνιπραγματοποιείτο σε ηλικία δύο ετών, με σκοπό να εξασφαλίσει «ευνοϊκό ταξίδι στην ζωή του παιδιού».
Προς τούτο το έντυναν με καινούργια ρούχα και παπούτσια, τα οποία φορώντας έπρεπε να περπατήσει ανατολικά ακολουθώντας ένα μονοπάτι στρωμένο με γύρη.
Οι γυναίκες Απάτσι ήσαν υπεύθυνες για όλα τις καθημερινές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της μαγειρικής, την κατασκευή ειδών ένδυσης, την φροντίδα των παιδιών, την συλλογή καυσόξυλων, ακόμη και την υπεράσπιση του χωριού σε περίπτωση επίθεσης. Ήσαν επίσης υπεύθυνες για την κατασκευή των σπιτιών, ή των σκηνών οι οποίες ονομάζονταν wickiups.
Οι άνδρες Απάτσι εκπαιδεύονταν στον πόλεμο από πολύ νεαρή ηλικία.
Ήσαν πολεμιστές και κυνηγοί και ορισμένοι εξ’ αυτών εξελίσσονταν στους αρχηγούς της φυλής.
Οι γυναίκες φορούσαν ρούχα φτιαγμένα από δέρμα ελαφιού. Συνήθως είχαν μακριά μαλλιά που ήσαν ξέπλεκα, ή δεμένα σε κότσο και μερικές φορές έφεραν στολίδια που ονομάζονταν nah-leens.
Όπως και οι άνδρες, φορούσαν υποκάμισα διακοσμημένα με χάντρες ή κρόσσια.
Τα μοκασίνια, ή οι μπότες με χάντρες ήταν τα βασικά υποδήματα αμφότερων των φύλων.
Οι άνδρες φορούσαν δερμάτινα υποκάμισα καιbreechcloths (κομμάτι υφάσματος γύρω από τους λαγόνες) σε περιόδους ζέστης, ενώ σε ψυχρότερες καιρικές συνθήκες, φορούσαν δέρμα βουβάλου για ζεστασιά. Οι Μεξικανοί επηρέασαν τον τρόπο ένδυσης των Απάτσι αφού σταδιακά άρχισαν να φορούν γιλέκα, λευκούς χιτώνες και πιο πολύχρωμα ρούχα κατασκευασμένα από βαμβάκι.
Η αφήγηση ιστοριών ήταν πολύ σημαντική για τον πολιτισμό τους. Δεδομένου ότι δεν διέποντο από κάποιο σύνολο νόμων, ή κανόνων, και δεν υπήρχαν φυλακές για παραβατική συμπεριφορά, οι Απάτσι βασίστηκαν στην προφορική διάδοση του κώδικα συμπεριφοράς, από γενιά σε γενιά.
Υπήρξαν ιδιαίτερα ικανοί στις τέχνες και την βιοτεχνία. Ήσαν γνωστοί για την χειροτεχνία, στην οποία χρησιμοποιούσαν όστρακα, γυαλί, τυρκουάζ καιχάντρες τις οποίες έραβαν στα πολεμικά υποκάμισα, θεωρώντας ότι φέρνουν καλοτυχία. Η καλαθοπλεκτικήεπίσης ήταν μία από τις παλαιότερες μορφές τέχνης των Απάτσι η οποία είχε εφαρμογή στα καλάθια μεταφοράςκαι καλάθια ψωμιού. Κατασκεύαζαν επίσηςκοσμήματα, περιδέραια, σκουλαρίκια και πόρπες.
Αμφότερα τα φύλα (άνδρες – γυναίκες) αρέσκονταν να φορούν κοσμήματα από όστρακα.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1800, οι σχέσεις με τους πρώτους λευκούς ήσαν ομαλές.
Μέχρι το 1850 τα πράγματα άλλαξαν και οι Απάτσι εκδιώχθηκαν βίαια από τους καταυλισμούς, τις περιοχές κυνηγιού και συγκομιδής, με αποτέλεσμα να καταφύγουν στις επιδρομές και το scalping (γδάρσιμο των μαλλιών του εχθρού).
Η αντιπαράθεση μεταξύ Απάτσι και εποίκων προκάλεσε πολλές συγκρούσεις και μάχες στις οποίες αναδείχθηκε η γενναιότητα των Ινδιάνων και η ικανότητα ορισμένων αρχηγών πολέμαρχων, οι αξιολογότεροι των οποίων είναι οι παρακάτω:
Ήταν αρχηγός των Chiricahua Απάτσι στην Αριζόνα, ο οποίος διακρίθηκε για το θάρρος, την ακεραιότητα του χαρακτήρα και την στρατιωτική ικανότητα. Το 1861, όταν στρατιώτες κρέμασαν άδικα κάποιους από τους συγγενείς του, άρχισε να μάχεται αδυσώπητα εναντίον του στρατού των ΗΠΑ. Στις ειρηνευτικές συνομιλίες το 1872 του υποσχέθηκαν ως αντάλλαγμα την δημιουργία καταυλισμού στο εγγενές έδαφός του, αλλά μετά τον θάνατό του η φυλή του εκδιώχθηκε.
Ο Shi-ka-she (το πλήρες όνομα στην γλώσσα Απάτσι που σημαίνει «αυτός που έχει την δύναμη της βελανιδιάς») είχε ύψος σχεδόν 2 μέτρα, ευρείς ώμους και επιβλητική εμφάνιση.
Ουδέποτε υπήρξε άλλος ισάξιος στο χειρισμό της λόγχης και όπως και ο Crazy Horse (διάσημος αρχηγός των Σιού), ουδέποτε φωτογραφήθηκε. Ωστόσο, ένας ιδιοκτήτης γκαλερί στην Καλιφόρνια με το όνομα Charles Parker αποκάλυψε έναν πίνακα ζωγραφικής, που ονομάζεται «Cochise 1872», τον οποίον ο υπεύθυνος των Απάτσι Edwin R. Sweeney αναγνωρίζει ως ακριβή.
Τόσο ο Cochise, όσο και ο Crazy Horse θάφτηκαν σε μυστικές τοποθεσίες στην πατρίδα τους.
Το 1861, ο Cochise ως επικεφαλής της ομάδας Chokonen των Chiricahua, θεωρήθηκε εσφαλμένα ύποπτος για την απαγωγή των παιδιών ενός κτηματία και την κλοπή των βοοειδών του.
Ο αντιστράτηγοςGeorge Bascom, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας, παρέσυρε τον Cochise σε συνάντηση, όπου χωρίς χρονοτριβή τον κατηγόρησε ως υπαίτιο για την επιδρομή, παρόλο που ο αρχηγός υποστήριξε την αθωότητα του.
Όταν ο Bascom προσπάθησε να τον συλλάβει, ο Cochise έσκισε την σκηνή με το μαχαίρι του και διέφυγε, έχοντας δεχθεί τρεις σφαίρες.
Μετά από αρκετές εβδομάδες μάχης, δύο ίλες ιππικού από το οχυρό Breckinridge απώθησαν τελικά τους επιδρομείς Απάτσι στο Μεξικό, οι οποίοι όμως πριν φύγουν, σκότωσαν τους ομήρους τους.
Σε αντίποινα, ο Bascom κρέμασε όλους τους άρρενες ομήρους, συμπεριλαμβανομένου του αδελφού του Cochise. Οι Απάτσι, σε εκδίκηση, βγήκαν από τα ορεινά κρησφύγετά τους, επιδιδόμενοι σε συνεχείς επιδρομές κατά την διάρκεια των οποίων εκτιμάται ότι σκότωσαν 150 λευκούς και Μεξικανούς, σε χρονικό διάστημα δύο μηνών.
Προς τα τέλη του 1861, τα στρατεύματα εγκατέλειψαν τα οχυρά στην χώρα των Chiricahua εξαιτίας του Εμφυλίου Πολέμου στην Ανατολή. Ο Bascom σκοτώθηκε αργότερα κατά τη διάρκεια μάχης από οβίδα των Νοτίων.
Το πρωί της 30ης Απριλίου 1871, 150 Άγγλοι, Μεξικανοί και μισθοφόροι Ινδιάνοι Papago επιτέθηκαν στον ύπνο σε στρατόπεδο Ινδιάνων, σφαγιάζοντας 86 έως 150 αθώους, κυρίως γυναίκες και παιδιά. Από τους επιζώντες, οι γυναίκες βιάστηκαν και τα παιδιά μεταφέρθηκαν ως σκλάβοι.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ulysses S. Grant, ο οποίος προκειμένου να αποφύγει τέτοιες σφαγές, εμπνεύσθηκε την μετεμφυλιακήΕιρηνευτική Πολιτική, εξοργίστηκε και έστειλε επιτροπή ειρήνης στην Αριζόνα, με επικεφαλής τους στρατηγό Oliver Howard και Vincent Coyler.
Ο Howard κανόνισε τελικά μια συνάντηση με τον Cochise το φθινόπωρο, με την μεσολάβηση του συνοριοφύλακαThomas Jeffords.
Ο Cochise ήταν απογοητευμένος, αλλά αντιλαμβανόταν ότι μαχόταν έναν πόλεμο που δεν μπορούσε να κερδίσει. Εξέφρασε την παραίτησή του με τον ακόλουθο τρόπο: «Ο λαός μου έχει σκοτώσει Αμερικανούς και Μεξικανούς παίρνοντας την περιουσία τους. Οι απώλειές τους ήταν μεγαλύτερες από τις δικές μου. Έχω σκότωσε 10 λευκούς άνδρες για κάθε νεκρό Ινδιάνο, αλλά ξέρω ότι οι λευκοί είναι πολλοί, ενώ οι Ινδιάνοι λίγοι. Οι Απάτσι αυξάνονται καθημερινά όλο και λιγότερο.
Όμως ο μεγάλος αρχηγός δεν θέλει να εγκλωβισθεί σε καταυλισμό……ουδείς θέλει την ειρήνη περισσότερο από εμένα. Γιατί με περιορίζετε στον καταυλισμό; Εμείς θα κάνουμε ειρήνη και θα την τηρήσουμε πιστά. Αλλά αφήστε μας να μετακινούμαστε ελεύθερα όπως οι Αμερικανοί. Σας παρακαλώ αφήστε μας να πάμε όπου επιθυμούμε».
Μετά από 11 ημέρες διαπραγματεύσεων, το αίτημα του Cochise για την δημιουργία καταυλισμού με την ονομασία Apache Pass (Πέρασμα Απάτσι) έγινε δεκτό και ως υπεύθυνος υλοποίησης ορίσθηκε ο Jeffords. Ο Cochise, ο οποίος υποσχέθηκε στον Howard ειρηνική συνύπαρξη, τήρησε τον λόγο του, μέχρι τον θάνατό του το 1874.
Η ικανότητα του Cochise ως διπλωμάτη, βοήθησε την φυλή του να διατηρήσει τα εδάφη που τόσο αγαπούσε. Αρκετοί τον θεωρούν ως τον ισχυρότερο ηγέτη των Απάτσι και λέγεται ότι την ημέρα που απεβίωσε, οι άνθρωποί του θρηνούσαν γοερά για περισσότερο από μια ημέρα.
Μετά το θάνατό του, η κυβέρνηση παραβίασε την συνθήκη και το 1876 μετέφερε τους Chiricahua από την ορεινή πατρογονική τοποθεσία, στην ζεστή, επίπεδη και στεγνή έρημο της Αριζόνα.
Ο μικρότερος γιός Naiche και ο Geronimo κατέφυγαν με μια ομάδα Chiricahua Απάτσι στα βουνά, πέρα από τα σύνορα με το Μεξικό, διαφεύγοντας από τα στρατεύματα για περισσότερο από μια δεκαετία, αρνούμενοι να παραδοθούν μέχρι το 1886.
Ο Geronimo ήταν ο επιφανέστερος πολεμιστής Απάτσι, παρόλο που εσφαλμένα θεωρείται ως αρχηγός. Για τους ανθρώπους του ήταν ένας πολύ ισχυρός μάγος καισαμάνος που μπορούσε να προβλέψει το μέλλον. Ηγήθηκε του πολέμου για μια μικρή υποομάδα της ομάδας Bedonkohe των Chiricahua στηννοτιοανατολική Αριζόνα κατά το χρονικό διάστημα 1850 μέχρι 1880.
Γεννήθηκε στην σημερινή Clifton της Αριζόνα με το όνομα Goyahkla, που σημαίνει «αυτός που χασμουριέται». Ωστόσο, ορισμένοι Απάτσι έδωσαν την ερμηνεία «ευφυής και έξυπνος».
Το όνομα Geronimo προήλθε από τον φόβο που προξενούσε στους Μεξικανούς, καθώς όταν επιτίθετο αυτοί επικαλούντο το όνομα του πολιούχου τους Jerome, από την παράφραση του οποίου προήλθε το προσωνύμιο.
Η πρώτη πνευματική επικοινωνία του, ήταν λίγο μετά το θάνατο της οικογένειάς του στο Kaskiyeh. Πηγαίνοντας στην κορυφή ενός βουνού άκουσε μια φωνή να καλεί το όνομα του τέσσερις φορές, λέγοντάς του: «Δεν υπάρχει όπλο που μπορεί να σε σκοτώσει. Θα πάρω τις σφαίρες από τα όπλα των Μεξικανών, έτσι δεν θα έχουν τίποτα, παρά μόνο μπαρούτι και εγώ θα κατευθύνω τα βέλη σας». Μετά τον θάνατο της συζύγου, των παιδιών και της μητέρας του, που σκοτώθηκαν από Μεξικανούς το 1858, συμμετείχε σε επιδρομές εναντίον Μεξικανών και Αμερικανών εποίκων και τελικά εγκαταστάθηκε σε καταυλισμό.
Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αρχηγού Cochise το 1874, οι Αμερικανοί ήθελαν να μετακινήσουν τους Chiricahuas στην έρημο της Αριζόνα. Ο Geronimo και εκατοντάδες Απάτσι αντέδρασαν και ξεκίνησε ο πόλεμος κατά των Λευκών. Παραδόθηκε τον Ιανουάριο του 1884 και επέστρεψε στον καταυλισμό του San Carlos, αλλά η ξαφνική σύλληψη και φυλάκιση του πολεμιστή Kayatennae, μαζί με τις φήμες για στημένες δίκες και απαγχονισμούς, ώθησε τον Geronimo να ξαναφύγει στις 17 Μαΐου, 1885, ακολουθούμενος από 35 πολεμιστές, 8 αγόρια και 101 γυναίκες.
Η τελική παράδοση του Geronimo στις 4 Σεπτεμβρίου 1886 ήταν η τελευταία σημαντική στιγμή των Απάτσι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο τέλος, η ομάδα του αποτελούνταν από μόλις 16 πολεμιστές, 12 γυναίκες και 6 παιδιά. Επειδή πολέμησε κατά υπεράριθμων εχθρών, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, αντέχοντας τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, έγινε θρύλος και ο διασημότερος όλων των Απάτσι.
Αργότερα ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και συμμετείχε στην τελετή ορκωμοσίας του Προέδρου Theodore Roosevelt το 1905.
Ο Geronimo τραυματίστηκε πολλές φορές, αλλά πάντα απέφευγε τον θάνατο. Μετά την παράδοση ο ίδιος και πολλοί από τους πολεμιστές Απάτσι μεταφέρθηκαν στη Φλόριντα και ουδέποτε επέστρεψαν στην Αριζόνα.
Η τελευταία επιθυμία του ήταν να δει την πατρίδα του, για μια ακόμη φορά, αλλά δεν του επετράπη και πέθανε ως αιχμάλωτος πολέμου στις 17 Φεβρουαρίου 1909 στο οχυρό Sill.
Σήμερα ο συνολικός πληθυσμός Απάτσι ανέρχεται σε περίπου 30.000 και είναι επίσημα αναγνωρισμένες οι κάτωθι ομάδες:
Οι Jicarilla εδρεύουν στο Dulce στο Νέο Μεξικό, ενώ οι Mescalero στην ομώνυμη τοποθεσία, επίσης στο Νέο Μεξικό. Οι Δυτικοί Apache, βρίσκονται στην Αριζόνα και χωρίζονται σε αρκετούς καταυλισμούς, με διακριτές πολιτιστικές διαφορές, οι κυριότεροι των οποίων είναι οι εξής:
Η πλειοψηφία μετακόμισε στον καταυλισμό Μεσκαλέρο και μαζί με την υπάρχουσα ομάδα, δημιούργησαν την ομάδα Μεσκαλέρο Απάτσι του ομώνυμου καταυλισμού(Mescalero Apache Tribe of the Mescalero ApacheReservation) μαζί με τους Λίπαν Απάτσι.
Οι υπόλοιποιΤσιρικάουα είναι ενταγμένοι στην ομάδα Οκλαχόμα Απάτσι του οχυρού Σίλλ (Fort Sill Apache Tribe ofOklahoma) με έδρα την Οκλαχόμα.
Οι πεδινοί Απάτσι (Plains Apache) βρίσκονται στην Οκλαχόμα, με έδρα το Αναντάρκο (Anadarko) και είναι επισήμως αναγνωρισμένοι ως ομάδα Απάτσι της Οκλαχόμα.
Βιβλιογραφία
James Kaywaykla (αφηγητής) Eve Ball (συγγραφέας) «In the Days of Victorio: Recollections of a Warm Springs Apache» University of Arizona 1970.
Eve Ball «Indeh….an Apache odyssey» University of Oklahoma 1980.
Lt. Britton Davis «The truth about Geronimo» Yale University 1929.
Όταν ήταν αναγκαίο, ζούσαν από τη γη συλλέγοντας άγρια μούρα, ρίζες, καρπούς κάκτου και σπόρους του δέντρου mesquite. Επίσης φύτευαν και καλλιεργούσαν καλαμπόκι, φασόλια και κολοκύθες. Ήσαν εξαιρετικά σκληραγωγημένοι, τουλάχιστον πριν την άφιξη των Ευρωπαϊκών ασθενειών και μπορούσαν να ζήσουν σχεδόν γυμνοί σε μηδενική θερμοκρασία.
Γυναίκα Απάτσι με νυφικό_wikipedia |
Οι Δυτικοί Απάτσι που ζούσαν κοντά στους Ινδιάνους Puebloέγιναν αγρότες.
Οι Jicarillas που κυνηγούσαν μεγάλα κοπάδια βουβαλιών όπως και άλλες πεδινές φυλές Ινδιάνων, χρησιμοποιούσαν άλογα που αποκτούσαν από επιδρομές στους Ισπανικούς καταυλισμούς και στους Ινδιάνους Pueblos στα τέλη του 1600.
Οι Kiowa – Απάτσι μεταλλάχθηκαν σε Kiowa, μια πεδινή συγγενική φυλή.
Οι Lopans εξέτρεφαν σκυλιά για το κρέας, όπως πολλές Μεξικάνικες φυλές του νότου. Το 1871, ιδρύθηκε αρχικά ο καταυλισμός White Mountain, ο οποίος περιελάμβανε τους σημερινούς Fort Απάτσι και San Carlos, ενώ το 1897, χωρίσθηκε σε δύο ανεξάρτητους καταυλισμούς.
Συνοψίζοντας τα βασικά στοιχεία πολιτισμού και διαβίωσης των Απάτσι είναι τα ακόλουθα:
Κύρια πηγή τροφής ήταν τα βουβάλια, τα οποία θήρευαν με την συνδρομή αλόγων, αλλά κυνηγούσαν επίσης ελάφια, άλκες, γαλοπούλες,αλεπούδες και άλλα ζώα.
Σήμερα τα Αγγλικά αποτελούν την βασική γλώσσα ομιλίας των Απάτσι, όμως αρκετοί εξ’ αυτών εξακολουθούν να μιλούν την μητρική τους γλώσσαΑταμπασκάν (Athabascan).
Υπάρχουν δύο είδη, η Ανατολική και η Δυτική, συμπεριλαμβανομένων και αρκετών τοπικών διαλέκτων.Γενικά θεωρείται μια πολύπλοκη γλώσσα λόγω του συνδυασμού πολλών τόνων και σύνθετων ήχων φωνηέντων.
Παρά το γεγονός ότι τα παιδιά εκτελούσαν εργασίες σε νεαρή ηλικία, εξακολουθούσαν να ασκούνται σε παιχνίδια που τους διατηρούσαν σε καλή φυσική κατάσταση, όπως τοξοβολία και toe toss (παιχνίδι που παίζεται με το δάκτυλο του ποδιού και ξύλινη ράβδο). Επιπλέον ήσαν σε θέση να ιππεύουν από την ηλικία των πέντε ετών.
Οι Απάτσι ήσαν θρήσκοι και είχαν πολλές τελετές οι οποίες επικεντρώνονταν στο πνευματικό τραγούδι και χορό. Δαπανούσαν πολύ χρόνο προσευχόμενοι σε πνεύματα και θεούς και πίστευαν ότι παντού υπήρχαν υπερφυσικά όντα.
Υπήρχαν δύο τελετές για τα παιδιά.
Η πρώτη πραγματοποιείτο μόλις το μωρό έβγαινε από την κούνια και περιλάμβανε την κοπή των μαλλιών σε τελετουργικό κούρεμα από τον «μάγο της φυλής» πιστεύοντας ότι αυτό ωφελούσε την υγεία ενόσω το παιδί μεγάλωνε. Αντιθέτως στις μεγαλύτερες ηλικίες το κούρεμα έφερνε κακή τύχη και γι’ αυτό οι ενήλικες δεν έκοβαν τα μαλλιά τους.
Η δεύτερη τελετή με την ονομασία μοκασίνιπραγματοποιείτο σε ηλικία δύο ετών, με σκοπό να εξασφαλίσει «ευνοϊκό ταξίδι στην ζωή του παιδιού».
Γυναικεία ενδυμασία Απάτσι |
Οι γυναίκες Απάτσι ήσαν υπεύθυνες για όλα τις καθημερινές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της μαγειρικής, την κατασκευή ειδών ένδυσης, την φροντίδα των παιδιών, την συλλογή καυσόξυλων, ακόμη και την υπεράσπιση του χωριού σε περίπτωση επίθεσης. Ήσαν επίσης υπεύθυνες για την κατασκευή των σπιτιών, ή των σκηνών οι οποίες ονομάζονταν wickiups.
Οι άνδρες Απάτσι εκπαιδεύονταν στον πόλεμο από πολύ νεαρή ηλικία.
Ήσαν πολεμιστές και κυνηγοί και ορισμένοι εξ’ αυτών εξελίσσονταν στους αρχηγούς της φυλής.
Οι γυναίκες φορούσαν ρούχα φτιαγμένα από δέρμα ελαφιού. Συνήθως είχαν μακριά μαλλιά που ήσαν ξέπλεκα, ή δεμένα σε κότσο και μερικές φορές έφεραν στολίδια που ονομάζονταν nah-leens.
Όπως και οι άνδρες, φορούσαν υποκάμισα διακοσμημένα με χάντρες ή κρόσσια.
Τα μοκασίνια, ή οι μπότες με χάντρες ήταν τα βασικά υποδήματα αμφότερων των φύλων.
Οι άνδρες φορούσαν δερμάτινα υποκάμισα καιbreechcloths (κομμάτι υφάσματος γύρω από τους λαγόνες) σε περιόδους ζέστης, ενώ σε ψυχρότερες καιρικές συνθήκες, φορούσαν δέρμα βουβάλου για ζεστασιά. Οι Μεξικανοί επηρέασαν τον τρόπο ένδυσης των Απάτσι αφού σταδιακά άρχισαν να φορούν γιλέκα, λευκούς χιτώνες και πιο πολύχρωμα ρούχα κατασκευασμένα από βαμβάκι.
Ο Τζερόνιμο και πολεμιστές Απάτσι με χαρακτηριστική ενδυμασία_1886 |
Νεαρή Απάτσι με καλάθι νερού (olla)_1900_wikipedia |
Αμφότερα τα φύλα (άνδρες – γυναίκες) αρέσκονταν να φορούν κοσμήματα από όστρακα.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1800, οι σχέσεις με τους πρώτους λευκούς ήσαν ομαλές.
Μέχρι το 1850 τα πράγματα άλλαξαν και οι Απάτσι εκδιώχθηκαν βίαια από τους καταυλισμούς, τις περιοχές κυνηγιού και συγκομιδής, με αποτέλεσμα να καταφύγουν στις επιδρομές και το scalping (γδάρσιμο των μαλλιών του εχθρού).
Η αντιπαράθεση μεταξύ Απάτσι και εποίκων προκάλεσε πολλές συγκρούσεις και μάχες στις οποίες αναδείχθηκε η γενναιότητα των Ινδιάνων και η ικανότητα ορισμένων αρχηγών πολέμαρχων, οι αξιολογότεροι των οποίων είναι οι παρακάτω:
Cochise/Κοτσίς (1815-1874) |
Ο Shi-ka-she (το πλήρες όνομα στην γλώσσα Απάτσι που σημαίνει «αυτός που έχει την δύναμη της βελανιδιάς») είχε ύψος σχεδόν 2 μέτρα, ευρείς ώμους και επιβλητική εμφάνιση.
Ουδέποτε υπήρξε άλλος ισάξιος στο χειρισμό της λόγχης και όπως και ο Crazy Horse (διάσημος αρχηγός των Σιού), ουδέποτε φωτογραφήθηκε. Ωστόσο, ένας ιδιοκτήτης γκαλερί στην Καλιφόρνια με το όνομα Charles Parker αποκάλυψε έναν πίνακα ζωγραφικής, που ονομάζεται «Cochise 1872», τον οποίον ο υπεύθυνος των Απάτσι Edwin R. Sweeney αναγνωρίζει ως ακριβή.
Τόσο ο Cochise, όσο και ο Crazy Horse θάφτηκαν σε μυστικές τοποθεσίες στην πατρίδα τους.
Το 1861, ο Cochise ως επικεφαλής της ομάδας Chokonen των Chiricahua, θεωρήθηκε εσφαλμένα ύποπτος για την απαγωγή των παιδιών ενός κτηματία και την κλοπή των βοοειδών του.
Ο αντιστράτηγοςGeorge Bascom, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας, παρέσυρε τον Cochise σε συνάντηση, όπου χωρίς χρονοτριβή τον κατηγόρησε ως υπαίτιο για την επιδρομή, παρόλο που ο αρχηγός υποστήριξε την αθωότητα του.
Όταν ο Bascom προσπάθησε να τον συλλάβει, ο Cochise έσκισε την σκηνή με το μαχαίρι του και διέφυγε, έχοντας δεχθεί τρεις σφαίρες.
Μετά από αρκετές εβδομάδες μάχης, δύο ίλες ιππικού από το οχυρό Breckinridge απώθησαν τελικά τους επιδρομείς Απάτσι στο Μεξικό, οι οποίοι όμως πριν φύγουν, σκότωσαν τους ομήρους τους.
Σε αντίποινα, ο Bascom κρέμασε όλους τους άρρενες ομήρους, συμπεριλαμβανομένου του αδελφού του Cochise. Οι Απάτσι, σε εκδίκηση, βγήκαν από τα ορεινά κρησφύγετά τους, επιδιδόμενοι σε συνεχείς επιδρομές κατά την διάρκεια των οποίων εκτιμάται ότι σκότωσαν 150 λευκούς και Μεξικανούς, σε χρονικό διάστημα δύο μηνών.
Προς τα τέλη του 1861, τα στρατεύματα εγκατέλειψαν τα οχυρά στην χώρα των Chiricahua εξαιτίας του Εμφυλίου Πολέμου στην Ανατολή. Ο Bascom σκοτώθηκε αργότερα κατά τη διάρκεια μάχης από οβίδα των Νοτίων.
Στρατηγός Οliver Οtis Ηoward_wikipedia |
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ulysses S. Grant, ο οποίος προκειμένου να αποφύγει τέτοιες σφαγές, εμπνεύσθηκε την μετεμφυλιακήΕιρηνευτική Πολιτική, εξοργίστηκε και έστειλε επιτροπή ειρήνης στην Αριζόνα, με επικεφαλής τους στρατηγό Oliver Howard και Vincent Coyler.
Ο Howard κανόνισε τελικά μια συνάντηση με τον Cochise το φθινόπωρο, με την μεσολάβηση του συνοριοφύλακαThomas Jeffords.
Ο Cochise ήταν απογοητευμένος, αλλά αντιλαμβανόταν ότι μαχόταν έναν πόλεμο που δεν μπορούσε να κερδίσει. Εξέφρασε την παραίτησή του με τον ακόλουθο τρόπο: «Ο λαός μου έχει σκοτώσει Αμερικανούς και Μεξικανούς παίρνοντας την περιουσία τους. Οι απώλειές τους ήταν μεγαλύτερες από τις δικές μου. Έχω σκότωσε 10 λευκούς άνδρες για κάθε νεκρό Ινδιάνο, αλλά ξέρω ότι οι λευκοί είναι πολλοί, ενώ οι Ινδιάνοι λίγοι. Οι Απάτσι αυξάνονται καθημερινά όλο και λιγότερο.
Όμως ο μεγάλος αρχηγός δεν θέλει να εγκλωβισθεί σε καταυλισμό……ουδείς θέλει την ειρήνη περισσότερο από εμένα. Γιατί με περιορίζετε στον καταυλισμό; Εμείς θα κάνουμε ειρήνη και θα την τηρήσουμε πιστά. Αλλά αφήστε μας να μετακινούμαστε ελεύθερα όπως οι Αμερικανοί. Σας παρακαλώ αφήστε μας να πάμε όπου επιθυμούμε».
Μετά από 11 ημέρες διαπραγματεύσεων, το αίτημα του Cochise για την δημιουργία καταυλισμού με την ονομασία Apache Pass (Πέρασμα Απάτσι) έγινε δεκτό και ως υπεύθυνος υλοποίησης ορίσθηκε ο Jeffords. Ο Cochise, ο οποίος υποσχέθηκε στον Howard ειρηνική συνύπαρξη, τήρησε τον λόγο του, μέχρι τον θάνατό του το 1874.
Η ικανότητα του Cochise ως διπλωμάτη, βοήθησε την φυλή του να διατηρήσει τα εδάφη που τόσο αγαπούσε. Αρκετοί τον θεωρούν ως τον ισχυρότερο ηγέτη των Απάτσι και λέγεται ότι την ημέρα που απεβίωσε, οι άνθρωποί του θρηνούσαν γοερά για περισσότερο από μια ημέρα.
Μετά το θάνατό του, η κυβέρνηση παραβίασε την συνθήκη και το 1876 μετέφερε τους Chiricahua από την ορεινή πατρογονική τοποθεσία, στην ζεστή, επίπεδη και στεγνή έρημο της Αριζόνα.
Ο γιος του Cochise Naiche 1884 |
Geronimo/Τζερόνιμο (1829 – 1909) |
Γεννήθηκε στην σημερινή Clifton της Αριζόνα με το όνομα Goyahkla, που σημαίνει «αυτός που χασμουριέται». Ωστόσο, ορισμένοι Απάτσι έδωσαν την ερμηνεία «ευφυής και έξυπνος».
Το όνομα Geronimo προήλθε από τον φόβο που προξενούσε στους Μεξικανούς, καθώς όταν επιτίθετο αυτοί επικαλούντο το όνομα του πολιούχου τους Jerome, από την παράφραση του οποίου προήλθε το προσωνύμιο.
Η πρώτη πνευματική επικοινωνία του, ήταν λίγο μετά το θάνατο της οικογένειάς του στο Kaskiyeh. Πηγαίνοντας στην κορυφή ενός βουνού άκουσε μια φωνή να καλεί το όνομα του τέσσερις φορές, λέγοντάς του: «Δεν υπάρχει όπλο που μπορεί να σε σκοτώσει. Θα πάρω τις σφαίρες από τα όπλα των Μεξικανών, έτσι δεν θα έχουν τίποτα, παρά μόνο μπαρούτι και εγώ θα κατευθύνω τα βέλη σας». Μετά τον θάνατο της συζύγου, των παιδιών και της μητέρας του, που σκοτώθηκαν από Μεξικανούς το 1858, συμμετείχε σε επιδρομές εναντίον Μεξικανών και Αμερικανών εποίκων και τελικά εγκαταστάθηκε σε καταυλισμό.
Geronimo έφιππος_1886
|
Η τελική παράδοση του Geronimo στις 4 Σεπτεμβρίου 1886 ήταν η τελευταία σημαντική στιγμή των Απάτσι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο τέλος, η ομάδα του αποτελούνταν από μόλις 16 πολεμιστές, 12 γυναίκες και 6 παιδιά. Επειδή πολέμησε κατά υπεράριθμων εχθρών, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, αντέχοντας τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, έγινε θρύλος και ο διασημότερος όλων των Απάτσι.
Αργότερα ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και συμμετείχε στην τελετή ορκωμοσίας του Προέδρου Theodore Roosevelt το 1905.
Ο Geronimo τραυματίστηκε πολλές φορές, αλλά πάντα απέφευγε τον θάνατο. Μετά την παράδοση ο ίδιος και πολλοί από τους πολεμιστές Απάτσι μεταφέρθηκαν στη Φλόριντα και ουδέποτε επέστρεψαν στην Αριζόνα.
Η τελευταία επιθυμία του ήταν να δει την πατρίδα του, για μια ακόμη φορά, αλλά δεν του επετράπη και πέθανε ως αιχμάλωτος πολέμου στις 17 Φεβρουαρίου 1909 στο οχυρό Sill.
WA: Western Apache N: Navajo Ch: Chiricahua M: Mescalero J: Jicarilla L: Lipan Pl: Plains Apache_ πηγή wikipedia |
- Ομάδα της Οκλαχόμα
- Τσιρικάουα (Chiricaua)
- Ομάδα οχυρού Σίλλ (Fort Sill) στην Οκλαχόμα
- Τζικαρίλλα (Jicarilla) στο Νέο Μεξικό
- Μεσκαλέρο (Mescalero) στο Νέο Μεξικό
- Σαν Κάρλος (San Carlos ) στην Αριζόνα
- Τόντο (Tonto) στην Αριζόνα
- Λευκό Βουνό (White Mountain) του καταυλισμού Fort Apache στην Αριζόνα
- Γιαβαπάϊ (Yavapai) του καταυλισμού Camp Verde στην Αριζόνα
kiowa-apache-lipan-apache-by-j-smith |
Οι Jicarilla εδρεύουν στο Dulce στο Νέο Μεξικό, ενώ οι Mescalero στην ομώνυμη τοποθεσία, επίσης στο Νέο Μεξικό. Οι Δυτικοί Apache, βρίσκονται στην Αριζόνα και χωρίζονται σε αρκετούς καταυλισμούς, με διακριτές πολιτιστικές διαφορές, οι κυριότεροι των οποίων είναι οι εξής:
- Οχυρό Απάτσι (Fort Apache Indian Reservation)
- Σαν Κάρλος (San Carlos Apache Indian Reservation)
- Γιαβαπάϊ (Yavapai-Apache Nation)
- Τόντο (Tonto-Apache Reservation)
Η πλειοψηφία μετακόμισε στον καταυλισμό Μεσκαλέρο και μαζί με την υπάρχουσα ομάδα, δημιούργησαν την ομάδα Μεσκαλέρο Απάτσι του ομώνυμου καταυλισμού(Mescalero Apache Tribe of the Mescalero ApacheReservation) μαζί με τους Λίπαν Απάτσι.
Οι υπόλοιποιΤσιρικάουα είναι ενταγμένοι στην ομάδα Οκλαχόμα Απάτσι του οχυρού Σίλλ (Fort Sill Apache Tribe ofOklahoma) με έδρα την Οκλαχόμα.
Οι πεδινοί Απάτσι (Plains Apache) βρίσκονται στην Οκλαχόμα, με έδρα το Αναντάρκο (Anadarko) και είναι επισήμως αναγνωρισμένοι ως ομάδα Απάτσι της Οκλαχόμα.
James Kaywaykla (αφηγητής) Eve Ball (συγγραφέας) «In the Days of Victorio: Recollections of a Warm Springs Apache» University of Arizona 1970.
Eve Ball «Indeh….an Apache odyssey» University of Oklahoma 1980.
Lt. Britton Davis «The truth about Geronimo» Yale University 1929.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΜΟΝΟ ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΑ ΣΧΟΛΙΑ