Το νομοσχέδιο υποτίθεται ότι επιχειρεί να κωδικοποιήσει, συγκεντρώσει, επικαιροποιήσει, βελτιώσει και να διορθώσει διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και να ενσωματώσει σε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο τις υποχρεώσεις της χώρας μας που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις, κοινοτικές οδηγίες και κανονισμούς.
Είναι εμφανές ότι η σύνταξη του νομοσχεδίου έγινε από μη ειδικούς, με την απουσία νομοτεχνικού έλεγχου, αλλά και συντονισμού με τις αρμόδιες υπηρεσίες και συναρμόδιων υπουργείων. Το νομοσχέδιο περιέχει αποσπασματικά διατάξεις Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων ή ελληνικών νόμων που έχουν ήδη τροποποιηθεί και δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη διεθνείς συμβάσεις που έχει επικυρώσει η χώρα μας και πολυάριθμους κοινοτικούς κανονισμούς και οδηγίες που υποχρεούται να εφαρμόσει. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις η αναφορά σε διατάξεις του διεθνούς, κοινοτικού και εθνικού περιβαλλοντικού θεσμικού πλαισίου είναι λανθασμένη, μη επικαιροποιημένη ή παντελώς εκλείπει.
Χαρακτηριστικό δείγμα της προχειρότητας με την οποία προπαρασκευάστηκε το νομοσχέδιο είναι η απουσία ενσωμάτωσης των διατάξεων της κοινοτικής οδηγίας – πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική, καθώς και των κανονισμών για την αλιεία και την προστασία των θαλάσσιων οικοτόπων. Σε όποιες περιπτώσεις γίνεται προσπάθεια ενσωμάτωσης κάποιων σχετικών διατάξεων με την προστασία των θαλάσσιων οικοτόπων και ειδών αυτή γίνεται είτε λανθασμένα, είτε αποσπασματικά θέτοντας σε κίνδυνο και υπό αμφισβήτηση την ορθή και πλήρη εφαρμογή των ολοκληρωμένων και σαφών κανονισμών και οδηγιών.
Προβληματίζει ιδιαίτερα η δυνατότητα που δίνεται μέσω και αυτού του νομοσχεδίου για την εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ σε όλες τις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000, με προφανές αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του βαθμού προστασίας των περιοχών του δικτύου, και σε αντίθεση με τα όσα προβλέπονται από τη σχετική κοινοτική οδηγία. Η εμμονή της πολιτικής ηγεσίας της χώρας μας στην «πράσινη ανάπτυξη» για την αποτροπή δήθεν της κλιματικής αλλαγής, με τη σύμφωνη γνώμη μάλιστα των αστικών περιβαλλοντικών ΜΚΟ, δημιουργεί για ακόμη μια φορά πολλά ερωτηματικά για τις δοσοληψίες και τα μεγάλα οικονομικά οφέλη που κρύβονται στο όνομα της «πράσινης ανάπτυξης».Ακόμη περισσότερα ερωτηματικά δημιουργεί και το άρθρο του σχεδίου νόμου στο οποίο προβλέπεται η αδειοδότηση και χωροθέτηση έργων σε όλες τις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura 2000, κατά απόκλιση των υφιστάμενων ρυθμίσεων και διαταγμάτων, πριν από την έκδοση των νομοθετικών πράξεων χαρακτηρισμού των περιοχών αυτών, οι οποίες μπορεί να διαρκέσουν περισσότερο από δύο χρόνια. Το άρθρο αυτό όχι μόνο έρχεται σε αντίθεση με τις σχετικές κοινοτικές οδηγίες και τις υπουργικές αποφάσεις ενσωμάτωσης τους στο εθνικό δίκαιο, αλλά αφήνει πολλά «παράθυρα» για την εκτέλεση και κατασκευή έργων με μεγάλες επιπτώσεις υποβάθμισης των προστατευόμενων περιοχών.
Προκαλεί μεγάλη εντύπωση η συνεχής αναφορά στις διατάξεις του σχεδίου νόμου στις «μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) που διαθέτουν αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα περιβάλλοντος», οι οποίες βάσει του νόμου θα αναλαμβάνουν σε προστατευόμενες περιοχές, προφανώς επ’ αμοιβή, τη σύνταξη οδηγών αναγνώρισης των κυριότερων ενδημικών ειδών χλωρίδας και πανίδας, την απογραφή και αξιολόγηση της κατάστασης της ελληνικής βιοποικιλότητας, τη σύνταξη των κόκκινων κατάλογων των απειλούμενων ειδών πανίδας και χλωρίδας, τη διαμόρφωση σχεδίων επιστημονικής παρακολούθησης σημαντικών οικοτόπων και ειδών με δεκαετή ορίζοντα, την εκπόνηση ερευνητικών προγραμμάτων κ.ά. Χαρακτηριστική όμως είναι τόσο η παντελής απουσία οποιουδήποτε αξιόπιστου μηχανισμού αξιολόγησης της «αποδεδειγμένης εμπειρίας σε θέματα περιβάλλοντος» των ΜΚΟ, όσο και των κριτηρίων που ορίζουν μερικές, ως «εθνικής» εμβέλειας ΜΚΟ.
Αντίθετα, σχεδόν απουσιάζει η αναφορά στο νομοσχέδιο σε φορείς του δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα που με βάση την εθνική νομοθεσία διαθέτουν αμειβόμενο επιστημονικό προσωπικό και έχουν την αρμοδιότητα και την ευθύνη να υλοποιούν πολλές από τις παραπάνω υπηρεσίες και δραστηριότητες, όπως τα Δασαρχεία ή ακόμη περισσότερο οι Φορείς Διαχείρισης προστατευομένων περιοχών. Είναι μάλιστα εντυπωσιακό, που ενώ τα τελευταία οκτώ χρόνια και μέχρι το 2015 η πολιτεία θα έχει επενδύσει περισσότερα από 130.000.000€ για τη λειτουργία των 28 θεσμοθετημένων Φορέων Διαχείρισης προστατευομένων περιοχών, μέσα από το νομοσχέδιο ουσιαστικά απαξιώνεται ο ρόλος των Διοικητικών Συμβουλίων τους και του προσωπικού τους και μεταβιβάζονται πολλές από τις ουσιαστικές λειτουργίες τους στις αθηνοκεντρικές περιβαλλοντικές ΜΚΟ και τους δορυφόρους τους.
Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι οι αποκαλούμενες «εθνικής» εμβέλειας περιβαλλοντικές ΜΚΟ - οι συντάκτες ουσιαστικά του παρόντος σχεδίου νόμου - έσπευσαν με ανακοίνωσή τους, να συγχαρούν τους εαυτούς τους, χαρακτηρίζοντας το, ως «πολύ θετική εξέλιξη για την προστασία του βιολογικού πλούτου της Ελλάδας».
Είναι άραγε σύμπτωση το γεγονός ότι στη «Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής» η δημιουργία της οποίας προβλέπεται στο νέο, υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου του ΥΠΕΚΑ για τη«Χρηματοδότηση Περιβαλλοντικών Παρεμβάσεων, Πράσινο Ταμείο, Κύρωση Δασικών Χαρτών και άλλες διατάξεις» και η οποία θα αποφασίζει για «…μέτρα, δράσεις και προγράμματα εθνικού ή μη χαρακτήρα με σκοπό την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση του περιβάλλοντος και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων, δράσεων και προγραμμάτων…» θα συμμετέχουν ως μέλη τρεις εκπρόσωποι μη κυβερνητικών οργανώσεων «εθνικής» εμβέλειας; Πως είναι δυνατόν να συμμετέχουν εκπρόσωποι ΜΚΟ σε μια Επιτροπή που αποφασίζει για χρηματοδοτήσεις προγραμμάτων, όταν βάσει του σχεδίου νόμου, για τη δημιουργία του «Πράσινου Ταμείου», οι ΜΚΟ είναι δικαιούχοι των πόρων που θα διατίθενται από το Ταμείο για περιβαλλοντικές δράσεις και προγράμματα;
Σε κάθε περίπτωση το σχέδιο νόμου για τη βιοποικιλότητα βρίθει από αοριστολογίες και ευχολόγια, ενώ η απουσία βασικών διατάξεων απειλεί την προστασία της βιοποικιλότητας στην Ελλάδα και διακυβεύει το μέλλον της. Προλειαίνει το έδαφος για νέα επιχειρηματικά deals στην πλάτη των Ελλήνων πολιτών και της ελληνικής φύσης και περιχαρακώνει την αυλή και τους αυλικούς του σύγχρονου οικολογικού χρηματιστηρίου.
Ζητάμε την άμεση απόσυρση του νομοσχεδίου και την ανασύνταξη του με τη συμμετοχή μίας πολυσύνθετης ομάδας εργασίας, που να απαρτίζεται με εξειδικευμένους νομικούς περιβάλλοντος, με επιστήμονες ποικίλων ειδικοτήτων και εκπροσώπους φορέων που να αντιπροσωπεύουν όλα τα μήκη, τα πλάτη και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής φύσης.
Καλούμε επίσης, τους εμπλεκόμενους φορείς, την κοινωνία των πολιτών, περιφερειακές & εθνικές οργανώσεις, την επιστημονική κοινότητα να συνταχθούν μαζί μας και να πάρουν σαφή θέση πριν διαμορφωθούν μη αναστρέψιμες καταστάσεις, που θα υποβαθμίσουν ανεπανόρθωτα την ελληνική βιοποικιλότητα.
Η ερευνητική ομάδα του Αρχιπελάγους
Θαλάσσια Ερευνητική Βάση
Τ.Θ 229, 83 102, Όρμος Μαραθοκάμπου, Σάμος
Τηλ: 22730 37533, 22730 31862
Κιν.: 6974744949
Χερσαία Ερευνητική Βάση
Τ.Θ 1, 83 301,Ράχες - Ικαρία
Τηλ: 22750 41070, 22757 70638
Φαξ: 22750 41070
Γραφείο Διεκπεραίωσης
Μ. Βόδα 89, 10440 Αθήνα,
τηλ 210 8253024
info@archipelago.gr
http://www.archipelago.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΜΟΝΟ ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΑ ΣΧΟΛΙΑ