Πόσοι και ποιοι δραστηριοποιούνται στο χώρο των μεταναστών;
Που, με ποιο αντικείμενο και ποιες πηγές χρηματοδότησης;
Το θολό κι ανεξιχνίαστο τοπίο των μεταναστών στην Ελλάδα έρχεται να «φωτίσει» ένας οδηγός με μία συστηματική και ολοκληρωμένη καταγραφή των Μη κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) και των Φορέων Μεταναστών (ΦΜ), συλλόγων ή οργανώσεων, που δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια σε θέματα μετανάστευσης.
Πρόκειται για μία έρευνα του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, σε συνεργασία με διάφορες οργανώσεις, που...πραγματοποιήθηκε χάρη σ’ ένα πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης Υπηκόων Τρίτων Χωρών, με χρηματοδότηση από κοινοτικούς πόρους κατά 75% και από εθνικούς κατά 25%.
Μέσα από τις περίπου 350 σελίδες του Οδηγού πραγματοποιείται μία αποτίμηση της παρουσίας των μεταναστών στην Ελλάδα, ως χώρας υποδοχής, αλλά και οι βασικές διαστάσεις της παρουσίας των ΜΚΟ και των ΦΜ στην ελληνική κοινωνία των πολιτών.
Το υλικό συλλέχτηκε το τελευταίο εξάμηνο του 2009, με ερωτηματολόγια τυπικών και άτυπων φορέων, σ’ όλη την ελληνική επικράτεια και ενημερώθηκε το 2010.
Ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν με προσωπικές συνεντεύξεις, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ - ΜΠΕ, ο επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος αν. καθηγητής Απόστολος Παπαδόπουλος, ώστε να προσφέρουν μία πληρέστερη εικόνα των χαρακτηριστικών, της ποικιλίας και των ιδιαιτεροτήτων τους.
Πρόκειται, όπως επισημαίνει ο κ. Παπαδόπουλος, για «ένα χρήσιμο εργαλείο, τόσο για την ελληνική πολιτεία, όσο και για τη δικτύωση φορέων που εμπλέκονται στην υλοποίηση δράσεων για την ένταξη των μεταναστών, αλλά και για τους ίδιους τους μετανάστες και τις οργανώσεις τους».
Συνολικά καταγράφηκαν 375 φορείς, εκ των οποίων 297 επίσημα αναγνωρισμένοι και 78 ανεπίσημοι ή άτυποι.
Για κάθε φορέα με καταστατικό, στον οδηγό αφιερώνεται μία σελίδα με όλα τα στοιχεία του.
Η απογραφή κινείται σε δύο κατηγορίες:
αφενός τις ΜΚΟ (καταγράφηκαν 185) που ιδρύθηκαν στην πλειοψηφία τους (73%) από Έλληνες και ασχολούνται με μία ή περισσότερες πτυχές του μεταναστευτικού ζητήματος στη χώρα - ανθρώπινα δικαιώματα, ένταξη, καταπολέμηση του ρατσισμού κλπ -
και αφετέρου τους συλλόγους - οργανώσεις (καταγράφηκαν 190), που κατά το 90% συστάθηκαν από μετανάστες και απευθύνονται σε συγκεκριμένες εθνότητες.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, οι ΜΚΟ δραστηριοποιούνται περισσότερο σε χρηματοδοτούμενα προγράμματα, ενώ οι ΦΜ αυτοχρηματοδοτούν τις δράσεις τους.
Μια άλλη σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο κατηγορίες είναι ότι οι μεν ελληνικές ΜΚΟ έχουν μία σχετικά σταθερή αριθμητική παρουσία που, όμως, άρχισε να φθίνει τα τελευταία χρόνια, ενώ οι ΦΜ έχουν μία σταδιακά αύξουσα, με «εκτόξευση» (κατά 73% του συνόλου) την δεκαετία του 2000, γεγονός που συνδέει την ίδρυση των φορέων αυτών με την ραγδαία αύξηση του μεταναστευτικού πληθυσμού στην Ελλάδα και τη νομιμοποίησή του.
Σχετικά με τα αντικείμενα ενασχόλησης η έρευνα καταδεικνύει ότι οι ελληνικές ΜΚΟ στοχεύουν περισσότερο στην κοινωνική ένταξη των μεταναστών (70,9%), στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους (70,1%), στην ενασχόληση με τον πολιτισμό τους (44,8%), στην εκπαίδευση και κατάρτισή τους (43,3%) και τέλος στην ψυχοκοινωνική στήριξή τους (42,5%).
Αντίθετα, οι ΜΚΟ και οι ΦΜ στοχεύουν κυρίως στη διατήρηση του πολιτισμού των μεταναστών (91,4%), στη στήριξη των μελών της κοινότητάς τους (82,8%), στην κοινωνική ένταξη (58,9%) και στην εκπαίδευση- κατάρτισή τους (52,8%).
Μέσα από την παρούσα έρευνα δεν φαίνεται να υπάρχει γραμμική σχέση ανάμεσα στη γεωγραφική κατανομή του αλλοδαπού πληθυσμού στην Ελλάδα, με εξαίρεση βέβαια ότι το μεγαλύτερο μέρος συγκεντρώνεται στην Αττική, όπου σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΥΠΕΣΔΑ το 2009 οι άδειες παραμονής αλλοδαπών ανέρχονταν σε 210.200 σε σύνολο 518.675 σε όλη τη χώρα.
Στην Αττική υπάρχουν 290 φορείς, 77,3% του συνόλου, στην Κεντρική Μακεδονία 5,6%, στην Κρήτη 4,8%, στη Δ. Ελλάδα 3,2% και στη Θεσσαλία 2,4%. Αξίζει να σημειωθεί, όπως επισημαίνει η έρευνα, ότι τα 2/5 των φορέων επεκτείνουν τη δράση τους στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας.
Σε αντίθεση με τις ελληνικές ΜΚΟ που στηρίζουν τους μετανάστες ανεξαρτήτως εθνότητας, οι ΦΜ λειτουργούν σε επίπεδο εθνοτήτων και μάλιστα τοπικό. Έτσι παρατηρείται ότι στο σύνολο των επίσημα αναγνωρισμένων φορέων οι Αλβανοί (21,4%) έχουν την πρωτοκαθεδρία ακολουθούν οι Ινδοί και οι Νιγηριανοί (6,9%), οι Κινέζοι (4,8%), οι Ουκρανοί (4,1%), οι Μπαγκλαντεσιανοί, οι Γεωργιανοί και οι Μολδαβοί (3,4%). Αντίθετα στους ανεπίσημους φορείς την πρώτη θέση έχουν οι Φιλιππινέζοι (25,5%) και ακολουθούν: Αλβανοί (11,8%) και Ινδοί, Πακιστανοί και Παλαιστίνοι (7.8%).
Το 50% των ελληνικών ΜΚΟ αριθμεί λιγότερα από 50 μέλη, ενώ μόνο ένα 12% ξεπερνά τα 500. Μία πιο ισορροπημένη εικόνα παρουσιάζουν οι ΦΜ, καθώς μόνο το 21,5% απ’ αυτούς έχουν λιγότερα από 50 εγγεγραμμένα μέλη, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι το 23% έχουν περισσότερα από 500 μέλη.
Με εξαίρεση την πολύ-εθνοτική οργάνωση μεταναστών, όπως είναι το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών, παρά τις προσπάθειες δικτύωσης απουσιάζει μία ομοσπονδία συλλόγων-οργανώσεων μεταναστών, ενώ όπως παρατηρείται από την έρευνα ως βασικότερος λόγος ύπαρξης των ΦΜ είναι η διευκόλυνση της νόμιμης παραμονής στη χώρα.
Στην Ελλάδα, παρά τη ραγδαία αύξηση του αριθμού των ΜΚΟ την τελευταία 15ετία, το τοπίο σχετικά με την παρουσία και την λειτουργία τους παραμένει θολό, καθώς ακόμη σήμερα σοβαρές οργανώσεις, με δομή και έργο, συνυπάρχουν με ανενεργές «οργανώσεις-σφραγίδα».
Όπως καταγράφουν άλλες έρευνες που αναφέρονται εισαγωγικά στον οδηγό, οι Έλληνες, σε αντίθεση με άλλους Ευρωπαίους, ενδιαφέρονται πολύ λίγο για συλλογικές προσπάθειες και ΜΚΟ.
Βασικός λόγος φαίνεται να είναι ότι η μαζική εμφάνιση των ΜΚΟ στη χώρα μας εξαρτήθηκε από πολιτικές αποφάσεις, εκ των άνω προς τα κάτω, και όχι το αντίθετο.
Όσο για την αποτελεσματικότητά τους είναι πολύ χαμηλή, όπως και η σημασία που δίνουν στα ζητήματα διαφάνειας και λογοδοσίας, αλλά και συνεργασίας μεταξύ τους. Από την άλλη πλευρά, όπως επισημαίνει η έρευνα, ούτε η αξιόλογη δράση πολλών ΜΚΟ δίνει τη δυνατότητα ενεργής συμμετοχής τους στη δημόσια διαβούλευση, στον σχεδιασμό και λήψη των αποφάσεων.
Το μεταναστευτικό ζήτημα, άρχισε να τίθεται στην Ελλάδα από την δεκαετία του 1980, με κρίσιμη την δεκαετία του 1990 όταν η χώρα μας δέχτηκε το μεγαλύτερο ποσοστό μεταναστών σε σχέση με το μέγεθός της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για να φθάσει σήμερα να φιλοξενεί πάνω από ένα εκατομμύριο μετανάστες, και να έχει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ακόμα και σήμερα ένα 35-50% των μεταναστών χωρίς νομιμοποίηση.
Όπως επισημαίνει ο οδηγός οι μετανάστες ήρθαν στη χώρα μας σε δύο κύματα. Το πρώτο μέχρι τα μέσα του 1990, όπου κυριαρχούσαν οι Αλβανοί και το δεύτερο μετά το 1995, με αύξηση της συμμετοχής, από άλλες βαλκανικές χώρες, της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, το Πακιστάν, την Ινδία, το Μπαγκλαντές, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, στην δεκαετία του 2000.
Σύμφωνα με μελέτες η εισροή μεταναστών στην Ελλάδα έχει πενταπλασιαστεί από το 1988 μέχρι το 2004, ενώ ταυτόχρονα η μέση διάρκεια παραμονής του μισού εξ αυτών υπερβαίνει τα 8 χρόνια.
Πηγή
Που, με ποιο αντικείμενο και ποιες πηγές χρηματοδότησης;
Το θολό κι ανεξιχνίαστο τοπίο των μεταναστών στην Ελλάδα έρχεται να «φωτίσει» ένας οδηγός με μία συστηματική και ολοκληρωμένη καταγραφή των Μη κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) και των Φορέων Μεταναστών (ΦΜ), συλλόγων ή οργανώσεων, που δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια σε θέματα μετανάστευσης.
Πρόκειται για μία έρευνα του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, σε συνεργασία με διάφορες οργανώσεις, που...πραγματοποιήθηκε χάρη σ’ ένα πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης Υπηκόων Τρίτων Χωρών, με χρηματοδότηση από κοινοτικούς πόρους κατά 75% και από εθνικούς κατά 25%.
Μέσα από τις περίπου 350 σελίδες του Οδηγού πραγματοποιείται μία αποτίμηση της παρουσίας των μεταναστών στην Ελλάδα, ως χώρας υποδοχής, αλλά και οι βασικές διαστάσεις της παρουσίας των ΜΚΟ και των ΦΜ στην ελληνική κοινωνία των πολιτών.
Το υλικό συλλέχτηκε το τελευταίο εξάμηνο του 2009, με ερωτηματολόγια τυπικών και άτυπων φορέων, σ’ όλη την ελληνική επικράτεια και ενημερώθηκε το 2010.
Ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν με προσωπικές συνεντεύξεις, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ - ΜΠΕ, ο επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος αν. καθηγητής Απόστολος Παπαδόπουλος, ώστε να προσφέρουν μία πληρέστερη εικόνα των χαρακτηριστικών, της ποικιλίας και των ιδιαιτεροτήτων τους.
Πρόκειται, όπως επισημαίνει ο κ. Παπαδόπουλος, για «ένα χρήσιμο εργαλείο, τόσο για την ελληνική πολιτεία, όσο και για τη δικτύωση φορέων που εμπλέκονται στην υλοποίηση δράσεων για την ένταξη των μεταναστών, αλλά και για τους ίδιους τους μετανάστες και τις οργανώσεις τους».
Συνολικά καταγράφηκαν 375 φορείς, εκ των οποίων 297 επίσημα αναγνωρισμένοι και 78 ανεπίσημοι ή άτυποι.
Για κάθε φορέα με καταστατικό, στον οδηγό αφιερώνεται μία σελίδα με όλα τα στοιχεία του.
Η απογραφή κινείται σε δύο κατηγορίες:
αφενός τις ΜΚΟ (καταγράφηκαν 185) που ιδρύθηκαν στην πλειοψηφία τους (73%) από Έλληνες και ασχολούνται με μία ή περισσότερες πτυχές του μεταναστευτικού ζητήματος στη χώρα - ανθρώπινα δικαιώματα, ένταξη, καταπολέμηση του ρατσισμού κλπ -
και αφετέρου τους συλλόγους - οργανώσεις (καταγράφηκαν 190), που κατά το 90% συστάθηκαν από μετανάστες και απευθύνονται σε συγκεκριμένες εθνότητες.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, οι ΜΚΟ δραστηριοποιούνται περισσότερο σε χρηματοδοτούμενα προγράμματα, ενώ οι ΦΜ αυτοχρηματοδοτούν τις δράσεις τους.
Μια άλλη σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο κατηγορίες είναι ότι οι μεν ελληνικές ΜΚΟ έχουν μία σχετικά σταθερή αριθμητική παρουσία που, όμως, άρχισε να φθίνει τα τελευταία χρόνια, ενώ οι ΦΜ έχουν μία σταδιακά αύξουσα, με «εκτόξευση» (κατά 73% του συνόλου) την δεκαετία του 2000, γεγονός που συνδέει την ίδρυση των φορέων αυτών με την ραγδαία αύξηση του μεταναστευτικού πληθυσμού στην Ελλάδα και τη νομιμοποίησή του.
Σχετικά με τα αντικείμενα ενασχόλησης η έρευνα καταδεικνύει ότι οι ελληνικές ΜΚΟ στοχεύουν περισσότερο στην κοινωνική ένταξη των μεταναστών (70,9%), στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους (70,1%), στην ενασχόληση με τον πολιτισμό τους (44,8%), στην εκπαίδευση και κατάρτισή τους (43,3%) και τέλος στην ψυχοκοινωνική στήριξή τους (42,5%).
Αντίθετα, οι ΜΚΟ και οι ΦΜ στοχεύουν κυρίως στη διατήρηση του πολιτισμού των μεταναστών (91,4%), στη στήριξη των μελών της κοινότητάς τους (82,8%), στην κοινωνική ένταξη (58,9%) και στην εκπαίδευση- κατάρτισή τους (52,8%).
Μέσα από την παρούσα έρευνα δεν φαίνεται να υπάρχει γραμμική σχέση ανάμεσα στη γεωγραφική κατανομή του αλλοδαπού πληθυσμού στην Ελλάδα, με εξαίρεση βέβαια ότι το μεγαλύτερο μέρος συγκεντρώνεται στην Αττική, όπου σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΥΠΕΣΔΑ το 2009 οι άδειες παραμονής αλλοδαπών ανέρχονταν σε 210.200 σε σύνολο 518.675 σε όλη τη χώρα.
Στην Αττική υπάρχουν 290 φορείς, 77,3% του συνόλου, στην Κεντρική Μακεδονία 5,6%, στην Κρήτη 4,8%, στη Δ. Ελλάδα 3,2% και στη Θεσσαλία 2,4%. Αξίζει να σημειωθεί, όπως επισημαίνει η έρευνα, ότι τα 2/5 των φορέων επεκτείνουν τη δράση τους στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας.
Σε αντίθεση με τις ελληνικές ΜΚΟ που στηρίζουν τους μετανάστες ανεξαρτήτως εθνότητας, οι ΦΜ λειτουργούν σε επίπεδο εθνοτήτων και μάλιστα τοπικό. Έτσι παρατηρείται ότι στο σύνολο των επίσημα αναγνωρισμένων φορέων οι Αλβανοί (21,4%) έχουν την πρωτοκαθεδρία ακολουθούν οι Ινδοί και οι Νιγηριανοί (6,9%), οι Κινέζοι (4,8%), οι Ουκρανοί (4,1%), οι Μπαγκλαντεσιανοί, οι Γεωργιανοί και οι Μολδαβοί (3,4%). Αντίθετα στους ανεπίσημους φορείς την πρώτη θέση έχουν οι Φιλιππινέζοι (25,5%) και ακολουθούν: Αλβανοί (11,8%) και Ινδοί, Πακιστανοί και Παλαιστίνοι (7.8%).
Το 50% των ελληνικών ΜΚΟ αριθμεί λιγότερα από 50 μέλη, ενώ μόνο ένα 12% ξεπερνά τα 500. Μία πιο ισορροπημένη εικόνα παρουσιάζουν οι ΦΜ, καθώς μόνο το 21,5% απ’ αυτούς έχουν λιγότερα από 50 εγγεγραμμένα μέλη, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι το 23% έχουν περισσότερα από 500 μέλη.
Με εξαίρεση την πολύ-εθνοτική οργάνωση μεταναστών, όπως είναι το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών, παρά τις προσπάθειες δικτύωσης απουσιάζει μία ομοσπονδία συλλόγων-οργανώσεων μεταναστών, ενώ όπως παρατηρείται από την έρευνα ως βασικότερος λόγος ύπαρξης των ΦΜ είναι η διευκόλυνση της νόμιμης παραμονής στη χώρα.
Στην Ελλάδα, παρά τη ραγδαία αύξηση του αριθμού των ΜΚΟ την τελευταία 15ετία, το τοπίο σχετικά με την παρουσία και την λειτουργία τους παραμένει θολό, καθώς ακόμη σήμερα σοβαρές οργανώσεις, με δομή και έργο, συνυπάρχουν με ανενεργές «οργανώσεις-σφραγίδα».
Όπως καταγράφουν άλλες έρευνες που αναφέρονται εισαγωγικά στον οδηγό, οι Έλληνες, σε αντίθεση με άλλους Ευρωπαίους, ενδιαφέρονται πολύ λίγο για συλλογικές προσπάθειες και ΜΚΟ.
Βασικός λόγος φαίνεται να είναι ότι η μαζική εμφάνιση των ΜΚΟ στη χώρα μας εξαρτήθηκε από πολιτικές αποφάσεις, εκ των άνω προς τα κάτω, και όχι το αντίθετο.
Όσο για την αποτελεσματικότητά τους είναι πολύ χαμηλή, όπως και η σημασία που δίνουν στα ζητήματα διαφάνειας και λογοδοσίας, αλλά και συνεργασίας μεταξύ τους. Από την άλλη πλευρά, όπως επισημαίνει η έρευνα, ούτε η αξιόλογη δράση πολλών ΜΚΟ δίνει τη δυνατότητα ενεργής συμμετοχής τους στη δημόσια διαβούλευση, στον σχεδιασμό και λήψη των αποφάσεων.
Το μεταναστευτικό ζήτημα, άρχισε να τίθεται στην Ελλάδα από την δεκαετία του 1980, με κρίσιμη την δεκαετία του 1990 όταν η χώρα μας δέχτηκε το μεγαλύτερο ποσοστό μεταναστών σε σχέση με το μέγεθός της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για να φθάσει σήμερα να φιλοξενεί πάνω από ένα εκατομμύριο μετανάστες, και να έχει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ακόμα και σήμερα ένα 35-50% των μεταναστών χωρίς νομιμοποίηση.
Όπως επισημαίνει ο οδηγός οι μετανάστες ήρθαν στη χώρα μας σε δύο κύματα. Το πρώτο μέχρι τα μέσα του 1990, όπου κυριαρχούσαν οι Αλβανοί και το δεύτερο μετά το 1995, με αύξηση της συμμετοχής, από άλλες βαλκανικές χώρες, της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, το Πακιστάν, την Ινδία, το Μπαγκλαντές, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, στην δεκαετία του 2000.
Σύμφωνα με μελέτες η εισροή μεταναστών στην Ελλάδα έχει πενταπλασιαστεί από το 1988 μέχρι το 2004, ενώ ταυτόχρονα η μέση διάρκεια παραμονής του μισού εξ αυτών υπερβαίνει τα 8 χρόνια.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΜΟΝΟ ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΑ ΣΧΟΛΙΑ